Οι Σεΐχηδες των ΗΑΕ ισχυρός διαμορφωτής των εξελίξεων στην περιοχή



11 Ιουλίου 2020 

Οι Σεΐχηδες των ΗΑΕ ισχυρός διαμορφωτής των εξελίξεων στην περιοχή

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ
PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) ανεξαρτητοποιήθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1971. Βρίσκονται στην Αραβική Χερσόνησο στον Περσικό Κόλπο και έχουν 84 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα έκταση και περίπου 10 εκατομμύρια κατοίκους -πολλοί είναι οικονομικοί μετανάστες. Διαθέτουν χερσαία σύνορα με το Ομάν (νοτιοανατολικά) και τη Σαουδική Αραβία (νοτιοδυτικά), αλλά και θαλάσσια με το Κατάρ (δυτικά) και το Ιράν (βόρεια).
Η χώρα είναι μια Συνταγματική Ομοσπονδιακή Μοναρχία 7 Εμιράτων -σπουδαιότερα το Άμπου Ντάμπι (πρωτεύουσα) και το Ντουμπάι-, την οποία διοικεί το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο. Αυτό απαρτίζεται από τους 7 Σεΐχηδες, ενώ εκλέγει τον Πρόεδρο και τον Πρωθυπουργό. Ωστόσο είθισται την Προεδρία να ασκεί ο Σεΐχης του Abu Dhabi και την Πρωθυπουργία ο Σεΐχης του Ντουμπάι. Ουσιαστικά τα δημοκρατικά δικαιώματα απουσιάζουν στη χώρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο οιονεί νομοθετικό σώμα -Ομοσπονδιακό Εθνικό Συμβούλιο-, μόνο οι μισές έδρες κατανέμονται με εκλογές. Πρακτικά το κράτος ελέγχεται από τις οικογένειες των Σεΐχηδων, οι οποίες νέμονται τις πλουτοπαραγωγικές πηγές. Έτσι η οικογένεια του Πρόεδρου των ΗΑΕ, Khalifa bin Zayed bin Sultan Al Nahyan, φέρεται να κατέχει περιουσία 150 δισεκατομμυρίων δολαρίων (bn/d). Το 2014 ο ίδιος υπέστη εγκεφαλικό και απομακρύνθηκε από την πολιτική. Έκτοτε de facto ηγέτης είναι ο ετεροθαλής αδελφός του, Πρίγκιπας Διάδοχος, Mohammed bin Zayed Al Nahyan.
Συστατικά στοιχεία της ταυτότητας των ΗΑΕ είναι η Αραβική γλώσσα και κουλτούρα, η Ισλαμική θρησκεία και το κύρος της Sharia, αλλά και η ισχυρή παράδοση φυλετικής κοινωνικής οργάνωσης. Μάλιστα η επιλογή του τίτλου Σεΐχης για τους αρχηγούς των Εμιράτων έλκει την καταγωγή της από τον παραδοσιακή διακυβέρνηση των φυλών της Αραβίας. Τα συγκεκριμένα ταυτοτικά χαρακτηριστικά υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό και στα άλλα Αραβικά κράτη της Μέσης Ανατολής και ως εκ τούτου διευκολύνουν την επικοινωνία και την μεταξύ τους συνεργασία. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται στο σχηματισμό-λειτουργεία του “Αραβικού Συνδέσμου” και του “Οργανισμού Συνεργασίας των χωρών του Κόλπου”, θεσμούς όπου μετέχουν τα ΗΑΕ, αλλά και στην εκτεταμένη συνεργασία τους με τη Σαουδική Αραβία, τον ισχυρότερο παράγοντα του Αραβικού κόσμου. Πρόσθετα στη συνεργασία Άμπου Ντάμπι-Ριάντ δίνει ώθηση και η συμμετοχή του πρώτου στον “Οργανισμό Πετρελαιοεξαγωγών κρατών”, στον οποίο ηγείται το δεύτερο.
Περίπου το 30% του ΑΕΠ των ΗΑΕ προέρχεται από την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων (Υ/Α), ενώ τα έσοδα από τις εξαγωγές αυτών ανέρχονται περίπου στο 25% του συνόλου των εξαγωγικών τους εσόδων. Άλλωστε τα ΗΑΕ κατέχουν τα 6α και τα 7α μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στον πλανήτη. Παράλληλα, όμως τα Εμιράτα αποτελούν την πιο διαφοροποιημένη οικονομία στον “Οργανισμό Συνεργασίας χωρών του Κόλπου”, καθώς επενδύουν, σταθερά και ακόμη πιο εκτεταμένα τα τελευταία χρόνια, μέρος των ιλιγγιωδών εσόδων τους από τους Υ/Α σε άλλους τομείς, όπως η καινοτομία, οι υποδομές, η ανάδειξη της χώρας σε αεροπορικό και ναυτικό εμπορικό κόμβο, ο τουρισμός κ.α, προσελκύοντας επενδύσεις απ’ όλο τον κόσμο. Αντίστοιχα μεγάλο βάρος δίνουν και στις δικές του εξαγωγές επενδύσεων. Σε αυτά τα πλαίσια το Άμπου Ντάμπι αναπτύσσει ευρύτερες οικονομικές συνεργασίας και αναδεικνύεται σε περιζήτητος οικονομικός εταίρος για πλήθος χωρών.
Στην βάση των παραπάνω παραγόντων η εξωτερική πολιτική των ΗΑΕ ιεραρχεί:
Α) Την ασφάλεια του καθεστώτος των Σεΐχηδων, η οποία, αναλυτές κρίνουν ότι απειλείται από τους πολλούς πολίτες Ιρανικής καταγωγής του Ντουμπάι, τη διαχρονική διένεξη με το Ιράν για την κυριότητα νησιών στον Περσικό Κόλπο, τη δράση του κινήματος Al-Islah -μέρος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας- και την οικονομική κρίση.
Β) Την αναβάθμιση της πολιτικής θέσης της και την κατοχύρωση σημαντικής επιρροής στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ Περσικού Κόλπου και ανατολικής Μεσογείου, σε βαθμό αντάξιο με το status της περιφερειακής δύναμης που έχει καταφέρει να αποκτήσει.
Για να πετύχει τους στόχους το Άμπου Ντάμπι ενισχύει τον αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης και την καταστολή των πολιτικών του αντιπάλων, ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση της “Αραβικής Άνοιξης”, την οποία από ένα σημείο και μετά αντιμετωπίζει ως παράγοντα που ευνοεί την ανάπτυξη φίλο-Ιρανικών και υπέρ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας κινημάτων. Μάλιστα το 2014 χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και καταδίκασε σε φυλάκιση μέλη του Al-Islah. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση των ΗΑΕ επενδύει στην ανάπτυξη της στρατιωτικής της ισχύος, κερδίζοντας την επωνυμία “Μικρή Σπάρτη” από το περιοδικό Economist. Παράλληλα όμως δίνει ιδιαίτερη προσοχή και στην αναβάθμιση της ήπιας ισχύος της, επιχειρώντας να παρουσιαστεί στον κόσμο ως συνώνυμο της οικονομικής ανάπτυξης, ως μοντέλο για την αστικοποίηση μιας χώρας με φουτουριστική, πρωτοποριακή αρχιτεκτονική, ως απαραίτητος οικονομικός εταίρος και ως παράγοντας που παρέχει σημαντική οικονομική βοήθεια διεθνώς.
Τέλος τα ΗΑΕ χρησιμοποιούν έναν συνδυασμό ήπιας και σκληρής ισχύος σε διάφορα μέτωπα στην περιοχή, προκειμένου:
Να αναχαιτίσουν την επιρροή του Ιράν και να περιορίσουν το “Σιιτικό Άξονα” -εκτείνεται σε Ιράκ, Συρία, Λίβανο, Υεμένη. Συγκεκριμένα τα ΗΑΕ αναπτύσσουν κανάλια αντί-Ιρανικής επικοινωνίας με το Ισραήλ, με το οποίο δε διατηρούν επίσημες σχέσεις. Παράλληλα αξιοποιούν την παροχή οικονομικής βοήθειας και την επενδυτική τους δραστηριότητα στο Ιράκ για την άσκηση επιρροής στο πολιτικό προσωπικό της χώρας. Επιπλέον έχουν υποβαθμίσει τις σχέσεις τους με το Λίβανο και έχουν χαρακτηρίσει ως τρομοκρατική οργάνωση το φίλο-Ιρανικό κίνημα Χεσμπολά (2016). Επίσης υποστήριξαν ομάδες της αντιπολίτευσης στη Συρία (2014), ενώ όταν αυτές άρχισαν να ηττώνται, έστρεψαν την προσοχή τους στην ανάπτυξη δεσμών με το Κουρδικό κόμμα PYD στη βόρειο Συρία, το οποίο δε συμφωνεί με το ρόλο του Ιράν στη χώρα. Πρόσθετα τα ΗΑΕ μετείχαν στην καταστολή της φίλο-Ιρανικής εξέγερσης στο Μπαχρέιν (2011), στα πλαίσια μιας καθοδηγούμενης από τη Σαουδική Αραβία, κοινής Αραβικής επιχείρησης. Τέλος στα πλαίσια μιας αντίστοιχης επιχείρησης εναντίον του φίλο-Ιρανικού κινήματος “Χούθι” στην Υεμένη (2015), πρωταγωνίστησαν στην κατάληψη της στρατηγικής σημασίας πόλης του Aden και μεγάλου μέρους της ακτογραμμής της χώρας. Ωστόσο το Άμπου Ντάμπι δεν επιθυμεί τον πόλεμο με το Ιράν, ούτε να στοχοποιηθεί απ’ αυτό σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση του με τις ΗΠΑ. Έτσι επιχειρεί μια ορισμένη εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων τους, η οποία αποτυπώνεται στην πραγματοποίηση επίσκεψης αξιωματούχων του ναυτικού των ΗΑΕ στο Ιράν (2019), και στην παροχή βοήθειας για την αντιμετώπιση του Covid-19 (2020).
Να αποτρέψουν την εγκαθίδρυση κυβερνήσεων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και να αναχαιτίσουν την επιρροή της Τουρκίας και του Κατάρ -βασικών υποστηρικτών της. Συνακόλουθα τα ΗΑΕ υποστήριξαν αποσχιστικές δυνάμεις στη νότια Υεμένη (2019), όταν η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της τελευταίας, προκειμένου να πολεμήσει με καλύτερους όρους τους αντάρτες “Χούθι” που ελέγχουν την πρωτεύουσα Sanaa, έδειξε να εναγκαλίζεται το κόμμα Islah -πτέρυγα της Μουσουλμανικής αδελφότητας. Με τη βοήθεια του Άμπου Ντάμπι αυτές οι δυνάμεις κυριάρχησαν στο Aden και σε μεγάλο μέρος της νότιας ακτής. Παράλληλα τα ΗΑΕ υποστήριξαν την ανατροπή του προέδρου Morsi -ανήκε στη Μουσουλμανική Αδελφότητα- από το στρατό της Αιγύπτου (2013) και έπειτα από κοινού με την Αίγυπτο υποστηρίζουν το Λιβυκό Εθνικό Στρατό (LNA) στη σύγκρουση της Λιβύης. Επιπλέον υποστήριξαν τον αποτυχημένο αποκλεισμό του Κατάρ, τον οποίο επιχείρησαν οι χώρες του Κόλπου υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Πρόσθετα εκφράζουν την αντίθεση τους στις αναθεωρητικές φιλοδοξίες της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο (2020), γεγονός το οποίο, όπως και η στήριξη τους προς τον LNA, τους φέρνει κοντά στις θέσεις της Ελλάδας, της Κύπρου, της Γαλλίας και της Αιγύπτου. Επίσης αντιδρούν στην προσάρτηση Παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ, όπως και στην ανακήρυξη της Ιερουσαλήμ σε πρωτεύουσα του, διευκολύνοντας τη Φατάχ, την οποία και στηρίζουν, στην ενδό-Παλαιστινιακή διαμάχη με τη Χαμάς -Φιλικά προσκείμενη στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τέλος εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με το καθεστώς Assad, προκειμένου να περιορίσουν τη διείσδυση της Τουρκίας και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στη χώρα (2020). 
Να αυτονομηθούν περεταίρω από την πολιτική της Σαουδικής Αραβίας, καθώς η τελευταία δείχνει σημάδια «εξάντλησης» και διάθεση συμβιβασμού με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το Κατάρ. Σήμερα στη Συρία η επιρροή του Rhyad εξαντλείται σε μικρούς θύλακες ισλαμιστών στην Ιντλίμπ, τους οποίες επηρεάζει και η Τουρκία, ενώ στην Υεμένη η “Συμφωνία της Στοκχόλμης” (2018), αποτρέπει τη συνέχιση των εχθροπραξιών για την κατάληψη της στρατηγικής πόλης Hodeida, σε μια περίοδο που οι “Χούθι” προωθούν τις θέσεις τους και πετυχαίνουν εντυπωσιακά πλήγματα εντός της επικράτειας του (εγκαταστάσεις της Aramco -2019). Αντίστοιχα ο αποκλεισμός του Κατάρ (2017) μάλλον είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων του Εμιράτου με την Τουρκία και το Ιράν, αλλά και τη βελτίωση των ικανοτήτων του, παρά την υποχώρηση του στις αξιώσεις του οίκου των Saud. Πρόσθετα η εξάρτηση του ΑΕΠ της Σαουδικής Αραβίας σε ποσοστό 50% από την εκμετάλλευση Υ/Α και οι χαμηλές τιμές των τελευταίων την προηγούμενη δεκαετία, μείωσαν σημαντικά τα συναλλαγματικά της αποθέματα. Έτσι για το Ριάντ ένας συμβιβασμός με τους “Χούθι” και το Κατάρ φαντάζει ως το μέγιστο που θα μπορούσε να αποσπάσει στην παρούσα συγκυρία, γεγονός που θα προσέδιδε και άμεσα οικονομικά οφέλη. Υπό αυτό το πρίσμα οφείλουν να ερμηνευθούν οι δηλώσεις αξιωματούχων του Βασιλείου για τις προϋποθέσεις μιας ειρηνευτικής διαδικασίας στην Υεμένη (2020), αλλά και η επανεκκίνηση του διαλόγου με το Κατάρ (40η σύνοδος του “Συμβουλίου Συνεργασίας των χωρών του Κόλπου” -2019). Σε αυτά τα πλαίσια τα ΗΑΕ, δίχως να εγκαταλείπουν τη σχέση στρατηγικής συνεργασίας με τη Σαουδική Αραβία, διαχωρίζονται αισθητά από τις κεντρικές της επιλογές. Εμμένουν σε μια πιο σκληρή γραμμή όσον αφορά το Κατάρ (2019), απέσυραν τις δυνάμεις τους από το συνασπισμό που μάχεται τους “Χούθι” στην Υεμένη (2020) και δραστηριοποιήθηκαν αυτοτελώς στη Συρία, παρέχοντας περιορισμένες διευκολύνσεις σε Ισλαμικές ομάδες που βοηθούσε η Σαουδική Αραβία. Παράλληλα ακολούθησαν το Βασίλειο στον πετρελαϊκό «πόλεμο» που εξαπέλυσε με αφορμή την πτώση στην πετρελαϊκή ζήτηση που προκάλεσε ο Covid-19. 
Να επωφεληθούν της αύξησης της επιρροής της Ρωσίας, ώστε να πολλαπλασιάσουν τη μεταξύ τους οικονομική συνεργασία και να την αξιοποιήσουν ως αντίβαρο στην υλοποίηση ανταγωνιστικών σχεδιασμών. Η στρατηγική εταιρική σχέση που υπέγραψαν οι δύο χώρες (2018) κινείται σε αυτή την κατεύθυνση. Αντίστοιχα σε αυτό το στόχο αξιοποιήθηκε και η επίσκεψη Putin στα ΗΑΕ (2019) και η υπογραφή επενδυτικών συμφωνιών ύψους 1,3 bn/d. Παράλληλα Μόσχα και Άμπου Ντάμπι συνεργάζονται στην Υεμένη, καθώς η πρώτη παρέχει διπλωματική υποστήριξη στις αποσχιστικές οργανώσεις του νότου, τις οποίες βοηθά η δεύτερη. Πρόσθετα η ενίσχυση του LNA και η εξέλιξη της σύγκρουσης στη Λιβύη αποτελούν ένα επιπλέον πεδίο για τη μεταξύ τους συνεργασία. Τέλος και η αποδοχή του καθεστώτος Assad από τα ΗΑΕ, θα μπορούσε να προκαλέσει ανάλογες εξελίξεις και στη Συρία. Άλλωστε το Άμπου Ντάμπι κράτησε ανεκτική στάση απέναντι στη Ρωσική επέμβαση στη χώρα, από την αρχή της ακόμη (2015).
Να διατηρήσουν το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη μεταξύ τους στρατηγική συνεργασία. Άλλωστε στα Εμιράτα υπάρχουν σημαντικές στρατιωτικές Αμερικανικές εγκαταστάσεις, ενώ η χώρα, εκτός από τη φιλοξενία που παρέχει σε χιλιάδες μέλη του Αμερικανικού στρατιωτικού προσωπικού, αγοράζει και σημαντικής αξίας Αμερικανικά οπλικά συστήματα. Αναμφίβολα η γενικότερη αντί-Ιρανική προσέγγιση που ακολουθεί το Άμπου Ντάμπι συμβαδίζει με αυτό το στόχο, παρά τους όποιους προβληματισμούς που ενδέχεται να προκαλούν στη Washington τα πρόσφατα ανοίγματα του προς την Τεχεράνη. Αντίστοιχα ο συγκεκριμένος στόχος διευκολύνεται από τη στρατιωτική συνεργασία ΗΑΕ-ΗΠΑ στην Υεμένη για τη διαχείριση των τζιχαντιστικών οργανώσεων που δρούνε εκεί. Αντίθετα οι ενέργειες των ΗΑΕ σε Λιβύη-Συρία, αλλά και οι σχέσεις τους με τη Μόσχα, προκαλούν προβληματισμό και σε ορισμένες περιπτώσεις την έντονη ενόχληση των ΗΠΑ, όπως αποτυπώθηκε και στην απειλή επιβολής κυρώσεων σε πολίτες του Άμπου Ντάμπι που αναπτύσσουν οικονομική συνεργασία με το καθεστώς Assad. 
Στη βάση όλων των παραπάνω προκύπτει ότι τα ΗΑΕ αναδεικνύονται σε έναν από τους πιο εξωστρεφής «παίχτες» στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Παράλληλα οι αποτυχίες της Σαουδικής Αραβίας, σε συνδυασμό με τις δικές τους επιτυχίες αναβαθμίζουν το ρόλο τους στην περιοχή και στο εσωτερικό της Αραβικής συμμαχίας. Πρόσθετα οι σχέσεις τους με Ισραήλ, Γαλλία, Ελλάδα, Κύπρο, αλλά και με τη Ρωσία ενισχύουν τη θέση τους στον ανταγωνισμό τους με Ιράν, Τουρκία, Κατάρ. Ωστόσο είναι αμφίβολο κατά πόσο μπορούν να αντισταθμίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει σε αυτό το πεδίο η αποδυνάμωση της Σαουδικής Αραβίας και οι κραδασμοί που συναντούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Τέλος η αρνητική στάση των ΗΠΑ σε μια σειρά ζητήματα που ιεραρχούν τα ΗΑΕ μπορεί επίσης να επηρεάσει αρνητικά τους ανταγωνισμούς για το Άμπου Ντάμπι. Άλλωστε οι ΗΠΑ και όχι η Ρωσία είναι ο βασικός γεωπολιτικός εταίρος των ΗΑΕ, ενώ αυτές διεξάγουν ένα ευρύτερο παζάρι με όλους τους συμμάχους τους στην περιοχή, κάποιοι από τους οποίους είναι φιλικά προσκείμενοι στο Άμπου Ντάμπι κάποιοι όχι.
Σε αυτά τα πλαίσια οι παρεμβάσεις των ΗΑΕ στην περιοχή φαίνεται να εξαντλούν τα όρια τους στους περιορισμούς που τους θέτουν, η κατανομή της ισχύος μεταξύ όλων των δρώντων σε αυτή, αλλά και η απροθυμία τους να προκαλέσουν μια αποσταθεροποιητική διαδικασία, η οποία πιθανά θα μεταφερθεί στο εσωτερικό τους. Παράλληλα η ηχηρή πολιτική του Άμπου Ντάμπι ωθεί τους άλλους δρώντες να λάβουν υπόψιν τα συμφέροντα του στις επιχειρούμενες διευθετήσεις. Ωστόσο περιπλέκει περισσότερο τους ανταγωνισμούς, δυναμιτίζοντας και άλλο την κατάσταση.

Σχόλια